Ένα θέμα ταμπού
Σήμερα που τα περισσότερα ζευγάρια έχουν σεξουαλικές επαφές πριν από τον γάμο, φαίνεται δυσνόητο το να υπάρχουν ζευγάρια που, αν και παντρεμένα ή σε μακροχρόνια σχέση, δεν έχουν ολοκληρωμένες σεξουαλικές επαφές.
Ωστόσο το πρόβλημα είναι υπαρκτό και γνωρίζουμε πως κάποια ζευγάρια δεν έχουν ολοκληρώσει ποτέ, αν και έχουν κάνει συστηματικές προσπάθειες για να πετύχουν διείσδυση του πέους στον κόλπο.
Χαρακτηριστικό των ζευγαριών αυτών είναι το ότι κρατούν το πρόβλημα μυστικό, όχι μόνο από τους συγγενείς και τους φίλους αλλά πολλές φορές ακόμη και από ιατρούς ή ψυχολόγους.
Για τον λόγο αυτόν δεν έχουμε επαρκή στατιστικά στοιχεία για τη συχνότητα του προβλήματος. Ωστόσο, εκτιμάται πως το 2% περίπου των γάμων αντιμετωπίζει το πρόβλημα αυτό.
Μελέτη (Gindin & Resnikoff, 2002) σε δείγμα 200 ζευγαριών που αναζήτησαν θεραπεία για την αντιμετώπιση του προβλήματος, μας βοηθάει να κατανοήσουμε καλύτερα τι συμβαίνει. Η πλειονότητα των ζευγαριών που αναζήτησαν θεραπεία ήταν 30-40 ετών και βρίσκονταν σε σχέση ή γάμο για διάστημα αρκετών χρόνων.
Συγκεκριμένα, το 50% των ζευγαριών αναζήτησαν θεραπεία 1 έως 3 χρόνια μετά τη διαπίστωση του προβλήματος, ενώ το 20% αναζήτησαν θεραπεία 7 έως 15 χρόνια μετά. Τα δεδομένα αυτά αντικατοπτρίζουν την άρνηση των ζευγαριών να αναζητήσουν θεραπεία.
Το σημαντικότερο κίνητρο για την αναζήτηση θεραπείας ήταν ο φόβος χωρισμού και η επιθυμία τεκνοποίησης.
Τα περισσότερα ζευγάρια, αν και δεν είχαν ποτέ τους επιτύχει τη διείσδυση του πέους στον κόλπο, είχαν σεξουαλική δραστηριότητα που περιλάμβανε άλλες πρακτικές.
Το 77% των γυναικών είχαν οργασμό με άλλους τρόπους, όπως π.χ. με το χέρι του συντρόφου τους.
Όσον αφορά τα αίτια του προβλήματος, σε ποσοστό 64% οφείλονταν σε σεξουαλική δυσλειτουργία της γυναίκας, στο 16% σε σεξουαλική δυσλειτουργία του άνδρα και στο 20% σε δυσκολίες και αναστολές του ζευγαριού.
Οι δυσλειτουργίες των γυναικών με τη μεγαλύτερη συχνότητα ήταν ο κολεόσπασμος και η δυσπαρεύνια. Ο κολεόσπασμος είναι μια δυσλειτουργία κατά την οποία ο κόλπος κάνει μια ακούσια σύσπαση και κλείνει τη στιγμή της διείσδυσης, ενώ στη δυσπαρεύνια η γυναίκα αισθάνεται πόνο κατά την επαφή. Μικρότερο ποσοστό των γυναικών είχε φοβία για τη διείσδυση και μειωμένη σεξουαλική επιθυμία.
Όσον αφορά τις ανδρικές σεξουαλικές δυσλειτουργίες, το πρόβλημα της στύσης και η σεξουαλική φοβία είχαν τη μεγαλύτερη συχνότητα, ενώ λιγότερο συχνό αίτιο ήταν η πρόωρη εκσπερμάτιση (εκσπερμάτιση πριν από τη διείσδυση).
Η σύγχρονη σεξουαλική ιατρική και σεξολογία διαθέτει τρόπους αντιμετώπισης των παραπάνω προβλημάτων και μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις η αποτελεσματικότητα των θεραπειών είναι ιδιαίτερα υψηλή.
Ωστόσο, όταν τα ζευγάρια έχουν κρατήσει το πρόβλημα ως επτασφράγιστο μυστικό για μεγάλο χρονικό διάστημα και έχουν προσαρμοστεί στην απουσία σεξουαλικών επαφών, δυσκολεύονται να μιλήσουν γι΄ αυτό που τους συμβαίνει και να δεχθούν μια ενδεχόμενη αλλαγή στη σεξουαλική τους ζωή.
Αυτό είναι ίσως το μεγαλύτερο εμπόδιο στον δρόμο για τη θεραπεία.
Σήμερα που τα περισσότερα ζευγάρια έχουν σεξουαλικές επαφές πριν από τον γάμο, φαίνεται δυσνόητο το να υπάρχουν ζευγάρια που, αν και παντρεμένα ή σε μακροχρόνια σχέση, δεν έχουν ολοκληρωμένες σεξουαλικές επαφές.
Ωστόσο το πρόβλημα είναι υπαρκτό και γνωρίζουμε πως κάποια ζευγάρια δεν έχουν ολοκληρώσει ποτέ, αν και έχουν κάνει συστηματικές προσπάθειες για να πετύχουν διείσδυση του πέους στον κόλπο.
Χαρακτηριστικό των ζευγαριών αυτών είναι το ότι κρατούν το πρόβλημα μυστικό, όχι μόνο από τους συγγενείς και τους φίλους αλλά πολλές φορές ακόμη και από ιατρούς ή ψυχολόγους.
Για τον λόγο αυτόν δεν έχουμε επαρκή στατιστικά στοιχεία για τη συχνότητα του προβλήματος. Ωστόσο, εκτιμάται πως το 2% περίπου των γάμων αντιμετωπίζει το πρόβλημα αυτό.
Μελέτη (Gindin & Resnikoff, 2002) σε δείγμα 200 ζευγαριών που αναζήτησαν θεραπεία για την αντιμετώπιση του προβλήματος, μας βοηθάει να κατανοήσουμε καλύτερα τι συμβαίνει. Η πλειονότητα των ζευγαριών που αναζήτησαν θεραπεία ήταν 30-40 ετών και βρίσκονταν σε σχέση ή γάμο για διάστημα αρκετών χρόνων.
Συγκεκριμένα, το 50% των ζευγαριών αναζήτησαν θεραπεία 1 έως 3 χρόνια μετά τη διαπίστωση του προβλήματος, ενώ το 20% αναζήτησαν θεραπεία 7 έως 15 χρόνια μετά. Τα δεδομένα αυτά αντικατοπτρίζουν την άρνηση των ζευγαριών να αναζητήσουν θεραπεία.
Το σημαντικότερο κίνητρο για την αναζήτηση θεραπείας ήταν ο φόβος χωρισμού και η επιθυμία τεκνοποίησης.
Τα περισσότερα ζευγάρια, αν και δεν είχαν ποτέ τους επιτύχει τη διείσδυση του πέους στον κόλπο, είχαν σεξουαλική δραστηριότητα που περιλάμβανε άλλες πρακτικές.
Το 77% των γυναικών είχαν οργασμό με άλλους τρόπους, όπως π.χ. με το χέρι του συντρόφου τους.
Όσον αφορά τα αίτια του προβλήματος, σε ποσοστό 64% οφείλονταν σε σεξουαλική δυσλειτουργία της γυναίκας, στο 16% σε σεξουαλική δυσλειτουργία του άνδρα και στο 20% σε δυσκολίες και αναστολές του ζευγαριού.
Οι δυσλειτουργίες των γυναικών με τη μεγαλύτερη συχνότητα ήταν ο κολεόσπασμος και η δυσπαρεύνια. Ο κολεόσπασμος είναι μια δυσλειτουργία κατά την οποία ο κόλπος κάνει μια ακούσια σύσπαση και κλείνει τη στιγμή της διείσδυσης, ενώ στη δυσπαρεύνια η γυναίκα αισθάνεται πόνο κατά την επαφή. Μικρότερο ποσοστό των γυναικών είχε φοβία για τη διείσδυση και μειωμένη σεξουαλική επιθυμία.
Όσον αφορά τις ανδρικές σεξουαλικές δυσλειτουργίες, το πρόβλημα της στύσης και η σεξουαλική φοβία είχαν τη μεγαλύτερη συχνότητα, ενώ λιγότερο συχνό αίτιο ήταν η πρόωρη εκσπερμάτιση (εκσπερμάτιση πριν από τη διείσδυση).
Η σύγχρονη σεξουαλική ιατρική και σεξολογία διαθέτει τρόπους αντιμετώπισης των παραπάνω προβλημάτων και μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις η αποτελεσματικότητα των θεραπειών είναι ιδιαίτερα υψηλή.
Ωστόσο, όταν τα ζευγάρια έχουν κρατήσει το πρόβλημα ως επτασφράγιστο μυστικό για μεγάλο χρονικό διάστημα και έχουν προσαρμοστεί στην απουσία σεξουαλικών επαφών, δυσκολεύονται να μιλήσουν γι΄ αυτό που τους συμβαίνει και να δεχθούν μια ενδεχόμενη αλλαγή στη σεξουαλική τους ζωή.
Αυτό είναι ίσως το μεγαλύτερο εμπόδιο στον δρόμο για τη θεραπεία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου